Η εγκεφαλική παράλυση είναι νευρολογική κινητική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ελέγχου και συντονισμού των μυών άρα και των κινήσεων. Συνήθως είναι αποτέλεσμα τραυματισμού του εγκεφάλου κατά την ενδομήτρια ανάπτυξη, τον τοκετό ή τα πρώτα δύο χρόνια της ζωής. Χαρακτηριστική έκφανση της εγκεφαλικής παράλυσης είναι η σπαστικότητα που ορίζεται ως η αυξημένη αντίσταση στη παθητική κίνηση των μυών η οποία αυξάνεται με την ταχύτητα της κίνησης και προκαλεί σημαντική κινητική δυσλειτουργία. Αναλόγως της έκτασης της εγκεφαλικής βλάβης τα συμπτώματα στα βρέφη με εγκεφαλική παράλυση μπορεί να περιλαμβάνουν μυϊκή αδυναμία, έλλειψη μυϊκού τόνου και αργότερα, μυϊκή σπαστικότητα και έλλειψη συντονισμού τα οποία μπορεί να μετεξελιχθούν σε σοβαρά κινητικά προβλήματα όπως διπληγία, τετραπληγία και πάρεση. Άλλα συμπτώματα είναι η σιελόρροια, οι διαταραχές ομιλίας, η δυσκολία ελέγχου της ουροδόχου κύστης ή / και του εντέρου ενώ μπορεί στο πλαίσιο γενικευμένης αναπτυξιακής καθυστέρησης να εκδηλωθούν και νοητικές διαταραχές. Η συντηρητική αντιμετώπιση της εγκεφαλικής παράλυσης περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή και φυσικοθεραπείες ενώ καινοτόμες επεμβάσεις για την εμφύτευση ηλεκτροδίων με σκοπό τον έλεγχο της σπαστικότητας μέσω ηλεκτροδιέγερσης φαίνεται να συμβάλουν σημαντικά στη διαχείριση των συμπτωμάτων της εγκεφαλικής παράλυσης.